
Τι είναι το ουρεόπλασμα
Το ουρεόπλασμα είναι ένα μικρόβιο που μπορεί να «επισκεφθεί» το ουρογεννητικό μας σύστημα χωρίς να το καταλάβουμε αμέσως. Σε κάποιες περιπτώσεις προκαλεί ενοχλήσεις όπως κάψιμο ή πόνο κατά την ούρηση, ενώ άλλες φορές δεν εμφανίζονται συμπτώματα. Η έγκαιρη διάγνωση και η σωστή θεραπεία κάνουν τη διαφορά.
Πίνακας Περιεχομένων
- 1. Τι είναι το ουρεόπλασμα;
- 2. Συμπτωματολογία
- 3. Προτάσεις Heals για ουρεόπλασμα
- 4. Τρόποι μετάδοσης
- 5. Διάγνωση
- 5. Συμπληρώματα για την υγεία του ουροποιητικού
Τι είναι το ουρεόπλασμα;
Το ουρεόπλασμα αποτελεί έναν παρασιτικό οργανισμό που ανήκει στην οικογένεια των μυκοπλασμάτων. Ανακαλύφθηκε το 1958 και μπορεί να βρίσκεται φυσιολογικά στην χλωρίδα του ουρογεννητικού συστήματος χωρίς να προκαλεί προβλήματα. Ωστόσο, όταν πολλαπλασιαστεί οδηγεί σε φλεγμονώδεις καταστάσεις. Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του είναι η ανθεκτικότητα σε αρκετά αντιβιοτικά λόγω της έλλειψης κυτταρικού τοιχώματος.
Τα ουρεοπλάσματα, Ureaplasma urealyticum και Ureaplasma parvum, βρίσκονται στην ανδρική ουρήθρα και μολύνουν το σπέρμα κατά την εκσπερμάτιση. Η επίπτωση του U. urealyticum κυμαίνεται σε ποσοστό 5% έως και 42% των υπογόνιμων ανδρών.
Συμπτωματολογία
Στις περισσότερες περιπτώσεις δεν εμφανίζονται συμπτώματα ή εμφανίζονται μετά από καιρό. Η μόνη ένδειξης πάθησης από ουρεόπλασμα που έχει ο ασθενής είναι στη μορφή της ουρηθρίτιδας ή της επιδιδυμίτιδας. Όταν όμως εκδηλωθούν μπορεί να εμφανιστούν ως εξής:
Στις γυναίκες:
- Ασυνήθιστα κολπικά υγρά ή αλλαγή στη μυρωδιά
- Συχνοουρία
- Έκκριμα από την ουρήθρα
- Ενόχληση ή φαγούρα στο εσωτερικό της ουρήθρας
- Πόνος κατά τη σεξουαλική επαφή (δυσπαρευνία)
- Φλεγμονή τραχήλου (τραχηλίτιδα)
- Προβλήματα σύλληψης ή υπογονιμότητα
Στις γυναίκες πρέπει να δίνεται ιδιαίτερη προσοχή διότι μπορεί να υπάρξει σύγχυση με άλλες κοινές παθήσεις του ουρογεννητικού συστήματος (π.χ. βακτηριακή κολπίτιδα ή ουρολοίμωξη), γι’αυτό χρειάζεται να γίνονται αναλυτικές εξετάσεις.
Στους άνδρες :
- Κάψιμο ή πόνος στην ούρηση
- Έκκριμα από την ουρήθρα
- Πόνος ή πρήξιμο στους όρχεις (επιδιδυμίτιδα)
- Πυρετό (πιο σπάνια)
- Αιμοσπερμία
Υπάρχει κίνδυνος ανάπτυξης ουρεοπλάσματος κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης προκαλώντας ζωτικής σημασίας συμπτώματα για την έκβαση της εγκυμοσύνης, όπως :
- Αυξημένος κίνδυνος πρόωρου τοκετού
- Ρήξη υμένων
- Επιπλοκές στο νεογνό (π.χ. αναπνευστικά προβλήματα)
Προτάσεις Heals για ουρεόπλασμα
Τρόποι μετάδοσης
Ο πιο συνηθισμένος τρόπος μετάδοσης του ουρεοπλάσματος είναι μέσω της σεξουαλικής επαφής, είτε αυτή είναι κολπική, είτε στοματική, είτε πρωκτική. Για τον λόγο αυτό θεωρείται σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα. Ένας ακόμη τρόπος μετάδοσης είναι από τη μητέρα στο μωρό, κυρίως κατά τον τοκετό. Παράλληλα, σε κάποιες γυναίκες το ουρεόπλασμα μπορεί να αποτελεί μέρος της φυσιολογικής κολπικής χλωρίδας, δηλαδή να υπάρχει φυσιολογικά στον οργανισμό χωρίς να έχει προηγηθεί εξωτερική μόλυνση.
Το ουρεόπλασμα μπορεί να εμφανιστεί σε οποιονδήποτε, ανεξάρτητα από φύλο, ηλικία ή αριθμό σεξουαλικών συντρόφων, γεγονός που δείχνει ότι δεν κάνει διακρίσεις και γι’ αυτό χρειάζεται σωστή ενημέρωση και προσοχή.
Διάγνωση
Η διάγνωση βασίζεται σε ειδικές εξετάσεις, αφού το μικρόβιο δεν φαίνεται σε απλές καλλιέργειες.
- Ούρα πρώτης ροής ή επίχρισμα από τράχηλο/κόλπο/ουρήθρα.
- PCR (μοριακή εξέταση): η πιο αξιόπιστη και γρήγορη μέθοδος — δείχνει αν υπάρχει γενετικό υλικό του Ureaplasma.
- Καλλιέργεια: πιο αργή και λιγότερο ευαίσθητη, αλλά χρήσιμη για έλεγχο αντοχής σε αντιβιοτικά. Θετικό αποτέλεσμα δεν σημαίνει πάντα λοίμωξη. Μπορεί να είναι φυσιολογικός αποικισμός. Χρειάζεται εκτίμηση από γιατρό.
Αντιμετώπιση
Η θεραπεία βασίζεται σε αντιβιοτικά, καθώς το ουρεόπλασμα δεν έχει κυτταρικό τoίχωμα, κάτι που το κάνει ανθεκτικό σε αρκετά κοινά φάρμακα όπως οι πενικιλίνες. Τα αντιβιοτικά που χρησιμοποιούνται πιο συχνά είναι:
- Τετρακυκλίνες (π.χ. δοξυκυκλίνη),
- Μακρολίδες (π.χ. αζιθρομυκίνη, κλαριθρομυκίνη),
- Κινολόνες σε ανθεκτικές περιπτώσεις.
Tips
Σημαντικό ρόλο διαδραματίζουν η σωστή υγιεινή της περιοχής τόσο σε άνδρες όσο και σε γυναίκες. Συνίσταται η χρήση βαμβακερών εσωρούχων καθώς και πλύσιμο με κατάλληλα καθαριστικά καθημερινής χρήσης της ευαίσθητης περιοχής. Απαραίτητη κρίνεται η χρήση προφυλακτικού στις σεξουαλικές σχέσεις. Σε γυναίκες έγκυες πρέπει να γίνεται έλεγχος καθ’όλη την διάρκεια της εγκυμοσύνης στις ίδιες αλλά και στους συντρόφους τους. Επίσης, είναι απαραίτητο να αντιμετωπίζονται εγκαίρως λοιμώξεις του ουρογεννητικού συστήματος με την κατάλληλη θεραπεία.
Συμπληρώματα για την υγεία του ουροποιητικού
Δεν υπάρχουν «θεραπευτικά» συμπληρώματα για το ουρεόπλασμα. Ωστόσο, η χρήση τους σε συνδυασμό πάντοτε με την κατάλληλη αντιβιοτική θεραπεία, μπορεί να συμβάλει στην ταχύτητα της ίασης και την υγεία του ουροποιητικού συστήματος.
Προβιοτικά (κυρίως Lactobacillus)
Ο κόλπος φυσιολογικά έχει μια ισχυρή "ασπίδα" από γαλακτοβάκιλλους που διατηρούν το pH όξινο. Όταν αυτοί μειώνονται, παθογόνα όπως το Ureaplasma βρίσκουν χώρο να αναπτυχθούν. Η λήψη προβιοτικών βοηθά στην επαναφορά της φυσικής μικροχλωρίδας, μειώνοντας τις υποτροπές.
Βιταμίνη C
- Είναι ισχυρό αντιοξειδωτικό και ενισχύει το ανοσοποιητικό.
- Οξινίζει ελαφρά τα ούρα, δημιουργώντας ένα περιβάλλον λιγότερο φιλικό για τα μικρόβια.
- Έτσι, μπορεί να περιορίσει την πολλαπλασιαστική ικανότητα του Ureaplasma και να μειώσει τη διάρκεια της λοίμωξης.
Cranberry extract
- Περιέχει προανθοκυανιδίνες που εμποδίζουν την προσκόλληση μικροβίων (π.χ. Ureaplasma, E. coli) στα τοιχώματα του ουροποιητικού.
- Έχει ήπια διουρητική δράση, βοηθώντας στην "έκπλυση" μικροβίων μέσω των ούρων.
- Έτσι, λειτουργεί προληπτικά για υποτροπές λοιμώξεων.
- Αντιοξειδωτικό ιχνοστοιχείο που μειώνει το οξειδωτικό στρες που προκαλείται από χρόνιες λοιμώξεις.
- Στους άνδρες, έχει αποδειχθεί ότι βελτιώνει την κινητικότητα και ποιότητα του σπέρματος, κάτι σημαντικό γιατί το Ureaplasma μπορεί να επηρεάσει τη γονιμότητα.
- Υποστηρίζει τη γενικότερη ανοσολογική άμυνα.
Ν-ακετυλοκυστεΐνη (NAC)
- Ισχυρό αντιοξειδωτικό, βοηθά στη μείωση της φλεγμονής που προκαλεί το Ureaplasma.
- Έχει βλεννολυτικές ιδιότητες (αραιώνει βλέννα), άρα μπορεί να βοηθήσει στην καλύτερη απομάκρυνση παθογόνων.
- Υποστηρίζει τη λειτουργία του ήπατος και την αποτοξίνωση, κάτι χρήσιμο αν λαμβάνονται αντιβιοτικά.
L-Αργινίνη
- Είναι αμινοξύ που βελτιώνει την αιματική κυκλοφορία και την οξυγόνωση των ιστών.
- Με αυτόν τον τρόπο ενισχύεται η τοπική άμυνα του ουρογεννητικού συστήματος.
- Στη γονιμότητα: βοηθά στην παραγωγή νιτρικού οξειδίου (NO), που σχετίζεται με καλύτερη σπερματογένεση και σεξουαλική λειτουργία.
- Σε άτομα με Ureaplasma, αυτό είναι χρήσιμο γιατί μειώνει τον κίνδυνο υπογονιμότητας από χρόνιες λοιμώξεις.
Το ουρεόπλασμα μπορεί να προκαλέσει ενοχλήσεις στο ουρογεννητικό σύστημα, αλλά με έγκαιρη διάγνωση και σωστή θεραπεία μπορεί εύκολα να αντιμετωπιστεί. Η πρόληψη και η τακτική παρακολούθηση εξασφαλίζουν ότι η σεξουαλική και αναπαραγωγική μας υγεία παραμένει σε καλά επίπεδα, δίνοντας ασφάλεια και ηρεμία στην καθημερινότητά μας.
Πηγές
Medscape. (2024). Ureaplasma infection: Practice essentials, workup. Retrieved from https://emedicine.medscape.com
Waites, K. B., Xiao, L., Paralanov, V., & Glass, J. I. (2017). Molecular methods for the detection of Mycoplasma and Ureaplasma species in human clinical specimens. Clinical Microbiology Reviews, 30(2), 289–331. https://doi.org/10.1128/CMR.00060-16
Mayo Clinic Laboratories. (2023). Specimen collection guidelines for Ureaplasma PCR testing. Rochester, MN: Mayo Clinic.
Quest Diagnostics. (2023). Ureaplasma testing: Collection and handling instructions. Retrieved from https://www.questdiagnostics.com
Stellrecht, K. A., Woron, A. M., & McNeil, M. M. (2004). Comparison of multiplex PCR and culture for detection of Ureaplasma species in clinical specimens. Journal of Clinical Microbiology, 42(3), 1177–1182. https://doi.org/10.1128/JCM.42.3.1177-1182.2004
Clinical and Laboratory Standards Institute (CLSI). (2011). Methods for antimicrobial susceptibility testing for human mycoplasmas and ureaplasmas (M43-A). Wayne, PA: CLSI.
Xiao, L., Crabb, D. M., Duffy, L. B., Waites, K. B., & Liu, Y. (2011). Detection and characterization of Ureaplasma species in human clinical samples. Journal of Clinical Microbiology, 49(12), 4213–4219. https://doi.org/10.1128/JCM.05753-11
Pereyre, S., Beeton, M. L., Charron, A., & Bebear, C. M. (2017). Antimicrobial susceptibility and resistance mechanisms in human Ureaplasma species. Antimicrobial Agents and Chemotherapy, 61(7), e02655-16. https://doi.org/10.1128/AAC.02655-16
Frølund, M., Kemp, M., Christiansen, G., & Birkelund, S. (2014). Quantitative PCR versus culture for detection of Ureaplasma species in female genital samples. BMC Infectious Diseases, 14, 637. https://doi.org/10.1186/s12879-014-0637-1
Teng, K., & Blanchard, A. (1994). Comparison of PCR and culture methods for the detection of Ureaplasma urealyticum. Journal of Clinical Microbiology, 32(5), 1206–1210.
Williams, G. (2023). Cranberries for preventing urinary tract infections. BMJ Evidence-Based Medicine. Ανακτήθηκε από https://pubmed.ncbi.nlm.nih.gov/37068952/
Schwenger, E. M., et al. (2015). Probiotics for preventing urinary tract infections in adults: A systematic review and meta-analysis. BMC Complementary Medicine and Therapies, 15, 1–10. Ανακτήθηκε από https://pmc.ncbi.nlm.nih.gov/articles/PMC8720415/
New, F. J., et al. (2022). Role of probiotics for recurrent UTIs in the twenty-first century. Journal of Clinical Microbiology, 60(1), e01567–21. Ανακτήθηκε από https://pubmed.ncbi.nlm.nih.gov/35156175/
Συχνές Ερωτήσεις για το Ουρεόπλασμα
Ουρεόπλασμα — πώς φεύγει;
Το ουρεόπλασμα συνήθως αντιμετωπίζεται με αντιβιοτικά που συνταγογραφεί ο γιατρός. Η πλήρης λήψη της θεραπείας και η επανεκτίμηση από ιατρό αυξάνουν τις πιθανότητες ίασης.
Ποια εξέταση γίνεται για ουρεόπλασμα στον άντρα;
Η διάγνωση γίνεται με ειδικές μοριακές μεθόδους (PCR) ή καλλιέργεια. Σε άνδρες χρησιμοποιούνται συνήθως ουρηθρικό επίχρισμα ή “first-catch” ούρα, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να εξεταστούν και το σπέρμα ή εκκρίσεις.
Μπορεί να υπάρχει ουρεόπλασμα χωρίς σεξουαλική επαφή;
Στις περισσότερες περιπτώσεις το ουρεόπλασμα μεταδίδεται με άμεση επαφή/σεξουαλική επαφή ή από μητέρα σε νεογνό. Μη σεξουαλικές διαδρομές μετάδοσης είναι σπανιότερες.
Ποια είναι η κατάλληλη αντιβίωση για ουρεόπλασμα;
Οι συνήθεις επιλογές περιλαμβάνουν doxycycline ή azithromycin. Η επιλογή εξαρτάται από το ιστορικό, την ευαισθησία/αντοχή και την εκτίμηση του ιατρού.